ΡΥΘΜΙΣΗ ΟΦΕΙΛΩΝ ΠΡΟΣ ΤΟ ΔΗΜΟΣΙΟ: ΤΙ ΠΡΟΒΛΕΠΕΙ ΤΟ ΝΕΟ ΝΟΜΟΣΧΕΔΙΟ

Ψηφίστηκε από τη Βουλή την προηγούμενη Πέμπτη το σχέδιο νόμου με τίτλο : “Ανοικτή διάθεση και περαιτέρω χρήση εγγράφων , πληροφοριών και δεδομένων του δημόσιου τομέα, τροποποίηση του ν. 3448/2006 (Α’ 57), προσαρμογή της εθνικής νομοθεσίας στις διατάξεις της οδηγίας 2013/37/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου, Περαιτέρω ενίσχυση της διαφάνειας, Ρυθμίσεις Θεμάτων Εισαγωγικού Διαγωνισμού ΕΣΔΔΑ και άλλες διατάξεις”το οποίο μεταξύ άλλων περιέχει τις κάτωθι διατάξεις σχετικά με τη ρύθμιση οφειλών προς τη Φορολογική Διοίκηση :

1. Για οφειλέτες µε βεβαιωµένες και ληξιπρόθεσµες οφειλές στη Φορολογική Διοίκηση, έως την 1η Οκτωβρίου 2014, σύµφωνα µε τον Κώδικα Φορολογικής Διαδικασίας (εφεξής Κ.Φ.Δ.) και τον Κώδικα Είσπραξης Δηµοσίων Εσόδων (εφεξής Κ.Ε.Δ.Ε.), δύναται  να διενεργείται ρύθµιση τµηµατικής καταβολής, µε απαλλαγή κατά ποσοστό από τις προσαυξήσεις, τους τόκους και τα πρόστιµα εκπρόθεσµης καταβολής που τις επιβαρύνουν, σύµφωνα µε τις ανωτέρω διατάξεις, ως ακολούθως:

α) Εφάπαξ, µε απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%). β) Έως δώδεκα (12) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό ενενήντα τοις εκατό (90%). γ) Έως είκοσι τέσσερις (24) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80%). δ) Έως τριάντα έξι (36) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό εβδοµήντα τοις εκατό (70%). ε) Έως σαράντα οκτώ (48) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%). στ) Έως εξήντα (60) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%). ζ) Έως εβδοµήντα δύο (72) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό τριάντα τοις εκατό (30%). η) Έως εκατό (100) µηνιαίες δόσεις, µε απαλλαγή κατά ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%).

2. Στη ρύθµιση της προηγούµενης παραγράφου δύνανται να υπαχθούν κύριες ληξιπρόθεσµες οφειλές φυσικών ή νοµικών προσώπων ή νοµικών οντοτήτων έως ένα εκατοµµύριο (1.000.000) ευρώ, κατόπιν αίτησης, η οποία υποβάλλεται στη Φορολογική Διοίκηση µέχρι την τελευταία εργάσιµη ηµέρα του Μαρτίου 2015. Οι οφειλέτες του προηγούµενου εδαφίου προκειµένου να υπάγονται στις διατάξεις του παρόντος άρθρου, πρέπει να έχουν υποβάλει τις προβλεπόµενες από το νόµο φορολογικές δηλώσεις, καθώς και να είναι φορολογικά ενήµεροι καθ’ όλη τη διάρκεια της ρύθµισης.

3. Εξαιρετικά, για την υπαγωγή στην περίπτωση η΄ της παραγράφου 1, το ποσό της ρυθµιζόµενης οφειλής δενµπορεί να υπερβαίνει τις δεκαπέντε χιλιάδες (15.000) ευρώ.

4. Μετά την υπαγωγή, και υπό την προϋπόθεση της τήρησης του προγράµµατος τµηµατικής καταβολής, δεν υπολογίζονται τα πρόστιµα των άρθρων 57 και 59 του Κ.Φ.Δ. και του άρθρου 6 του Κ.Ε.Δ.Ε..

5. Οι οφειλές που υπάγονται σε πρόγραµµα ρύθµισης του παρόντος άρθρου, αντί των κατά Κ.Ε.Δ.Ε. και κατά Κ.Φ.Δ. τόκων, προσαυξήσεων και προστίµων εκπρόθεσµης καταβολής, από την υπαγωγή σε ρύθµιση, επιβαρύνονται µε τόκο που ανέρχεται σε τέσσερις και πενήντα έξι εκατοστιαίες µονάδες (4,56%) ετησίως.

6. Το ελάχιστο ποσό µηνιαίας δόσης της ρύθµισης δεν µπορεί να είναι µικρότερο των πενήντα (50) ευρώ.

7. Στη ρύθµιση υπάγεται υποχρεωτικά το σύνολο των βεβαιωµένων και ληξιπρόθεσµων έως την 1η Οκτωβρίου 2014 οφειλών που δεν έχουν τακτοποιηθεί κατά νόµιµο τρόπο µε αναστολή πληρωµής ή διευκόλυνση ή άλλη νοµοθετική ρύθµιση τµηµατικής καταβολής. Επίσης, δύνανται να υπαχθούν µετά από επιλογή του οφειλέτη και βεβαιωµένες έως και την 1η Οκτωβρίου 2014 οφειλές που κατά την ηµεροµηνία της αίτησης:
α) τελούν σε αναστολή, διοικητική ή δικαστική ή εκ του νόµου ή β) δεν έχουν καταστεί ληξιπρόθεσµες ή γ) έχουν υπαχθεί σε ρύθµιση ή διευκόλυνση τµηµατικής καταβολής, η οποία είναι σε ισχύ.

8. Όσοι κατά την ηµεροµηνία δηµοσίευσης του παρόντος νόµου έχουν υπαχθεί στη ρύθµιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου Α.1 της παρ. Α΄ του ν. 4152/2013 (Α΄ 107) και τηρούν τους όρους της ρύθµισης αυτής, υπόκεινται αναδροµικά, από 1.1.2013, σε επι-
τόκιο ύψους 4,56% και τυγχάνουν αναδροµικά, από την ένταξή τους στη ρύθµιση των εκπτώσεων επί των προσαυξήσεων, τόκων και προστίµων εκπρόθεσµης καταβολής του παρόντος, δικαιούµενοι να επιλέξουν να υπαχθούν στην παρούσα ρύθµιση.
Όσοι κατά την ηµεροµηνία δηµοσίευσης του παρόντος νόµου έχουν υπαχθεί στη ρύθµιση της «νέας αρχής» της υποπαραγράφου Α.1 της παρ. Α΄ του ν. 4152/2013 και τηρούν τους όρους της ρύθµισης αυτής, δικαιούνται να διατηρήσουν τη ρύθµιση της υποπαραγράφου Α.1 της παρ. Α του ν. 4152/2013 και πέραν των οριζοµένων στο προηγούµενο εδάφιο έχουν ως πρόσθετο ευεργέτηµα τη µείωση κατά ποσοστό 20% των προσαυξήσεων, τόκων και προστίµων εκπρόθεσµης καταβολής αναδροµικά
από την ηµεροµηνία ένταξής τους στη ρύθµιση.
Με απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Δηµοσίων Εσόδων, η οποία εκδίδεται εντός προθεσµίας ενός (1) µηνός από τη δηµοσίευση του παρόντος νόµου, καθορίζονται οι ειδικότερες λεπτοµέρειες για την εφαρµογή της παρούσας παραγράφου.

9. Η ρύθµιση χορηγείται ανά οφειλέτη και αφορά και τις οφειλές για τις οποίες αυτός ευθύνεται αλληλεγγύως. Πρόσωπα που ευθύνονται αλληλεγγύως για την καταβολή µέρους της οφειλής δικαιούνται να ρυθµίσουν το εν λόγω µέρος.

10. Στην περίπτωση που ο οφειλέτης επιλέξει, σε οποιοδήποτε στάδιο της ρύθµισης, να εξοφλήσει εφάπαξ τις υπόλοιπες δόσεις των ρυθµισµένων οφειλών, τυγχάνει απαλλαγής επί του εναποµείναντος ποσού των προσαυξήσεων, τόκων και προστίµων εκπρόθεσµης καταβολής, σε ποσοστό ίσο µε αυτό που αντιστοιχεί στον αριθµό των µηνιαίων δόσεων που τελικά διαµορφώνεται µε
την εξόφληση, σύµφωνα µε την παράγραφο 1.

11. Η µη εµπρόθεσµη καταβολή δόσης έχει ως συνέπειες:
α) την απώλεια των ευεργετηµάτων της ρύθµισης, β)την υποχρέωση άµεσης καταβολής του υπολοίπου της οφειλής, σύµφωνα µε τα στοιχεία βεβαίωσης, συνυπολογιζοµένων των προσαυξήσεων, τόκων και προστίµων εκπρόθεσµης καταβολής, τα οποία αναβιώνουν αναδροµικά, και γ) την άµεση επιδίωξη της είσπραξής της µε όλα τα προβλεπόµενα από την ισχύουσα νοµοθεσία µέτρα.

Οι συνέπειες του προηγούµενου εδαφίου δεν επέρχονται εάν ο οφειλέτης, µετά την πάροδο εξαµήνου από την ένταξη σε ρύθµιση και την πλήρωση των όρων αυτής:

α) δεν καταβάλλει εµπρόθεσµα µέχρι δύο (2) δόσεις ανά έτος προγράµµατος ρύθµισης ή β) δεν καταβάλλει εµπρόθεσµα µία (1) δόση της ρύθµισης ανά έτος προγράµµατος ρύθµισης για χρονικό διάστηµα µέχρι δύο (2) µήνες. Για τις ως άνω περιπτώσεις α΄ και β΄, η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής µε µηνιαία προσαύξηση δύο τοις εκατό (2%).

12. Σε περιπτώσεις απώλειας της ρύθµισης για λόγους ανωτέρας βίας, ο οφειλέτης δύναται εντός δύο (2) µηνών από την απώλεια αυτής να υποβάλει άπαξ αίτηση επανένταξής του στη ρύθµιση µε τους ίδιους όρους και προϋποθέσεις και για τον εναποµείναντα αριθµό δόσεων αυτής. Το αίτηµα επανένταξης υποβάλλεται εγγράφως και περιέχει τα στοιχεία που θεµελιώνουν την ανωτέρα
βία. Η Φορολογική Διοίκηση αποφαίνεται επί του αιτήµατος εντός δεκαπέντε (15) εργασίµων ηµερών από την υποβολή της αίτησης. Εάν η Φορολογική Διοίκηση δεν αποφανθεί εντός του ανωτέρω χρονικού διαστήµατος, το αίτηµα θεωρείται ότι έχει απορριφθεί.

13. Η υπαγωγή και συµµόρφωση στη ρύθµιση τµηµατικής καταβολής παρέχει στον οφειλέτη τα ακόλουθα ευεργετήµατα:
α) χορηγείται αποδεικτικό ενηµερότητας και βεβαίωση οφειλής από τη Φορολογική Διοίκηση, κατά τα αναφερόµενα το άρθρο 12 του Κ.Φ.Δ.,
β) αναβάλλεται η εκτέλεση της ποινής που επιβλήθηκε κατά τις διατάξεις του άρθρου 25 του ν. 1882/1990 (Α΄43) ή, εφόσον άρχισε η εκτέλεσή της, διακόπτεται. Αναστέλλεται η παραγραφή του αδικήµατος κατά το χρονικό διάστηµα της αναστολής της ποινικής ωξης, κατά παρέκκλιση των χρονικών περιορισµών του άρθρου 113 του ΠΚ,
γ) αναστέλλεται η λήψη αναγκαστικών µέτρων και η συνέχιση της διαδικασίας αναγκαστικής εκτέλεσης. Οι ήδη επιβληθείσες κατασχέσεις στα χέρια τρίτων αίρονται µετά από αίτηση του οφειλέτη, αφού εξοφληθεί το 50% της αρχικής βασικής ρυθµιζόµενης οφειλής. Η  Φορολογική Διοίκηση δύναται να εξετάζει αίτηµα περιορισµού κατασχέσεων εις χείρας τρίτων, σύµφωνα µε τις διατάξεις της παρ. 4 του άρθρου 30 του Κ.Ε.Δ.Ε.,

δ) αναστέλλεται η εκτέλεση του µέτρου του άρθρου 7 του ν. 2120/1993 (Α΄ 24), όπως το άρθρο αυτό αντικαταστάθηκε µε το άρθρο 22 παρ. 3 του ν. 2523/1997 (Α΄179).

14. Η Φορολογική Διοίκηση προβαίνει σε συµψηφισµό των χρηµατικών απαιτήσεων του οφειλέτη κατά του Δηµοσίου και µέχρι την κάλυψη του ποσού που αντιστοιχεί στο 1/7 των εναποµεινασών δόσεων, κατά τις διατάξεις του άρθρου 83 του Κ.Ε.Δ.Ε. και µετά τη συµµόρφωση του οφειλέτη στη ρύθµιση τµηµατικής καταβολής που του χορηγήθηκε.

15. Η Φορολογική Διοίκηση διατηρεί το δικαίωµα και µετά τη συµµόρφωση του οφειλέτη στη ρύθµιση τµηµατικής καταβολής που του χορηγήθηκε:

α) να εγγράφει υποθήκη σε περιουσιακά στοιχεία του οφειλέτη, των συνυπόχρεων προσώπων ή των εγγυητών, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισµένη,
β) να µην χορηγεί αποδεικτικό ενηµερότητας για µεταβίβαση ακινήτου ή σύσταση εµπραγµάτου δικαιώµατος επ’ αυτού, στα πρόσωπα της περίπτωσης α΄, ακόµη και αν συντρέχουν οι προϋποθέσεις χορήγησης αυτού, εφόσον η οφειλή δεν είναι ασφαλισµένη,
γ) να παρακρατεί µέρος της χρηµατικής απαίτησης του οφειλέτη κατά τρίτων προσώπων για την είσπραξη της οποίας ζητείται αποδεικτικό ενηµερότητας και µέχρι την κάλυψη του 1/7 της υπολειπόµενης ρυθµισµένης οφειλής.

16. Τα ποσά που εισπράττονται από παρακράτηση λόγω της χορήγησης αποδεικτικού ενηµερότητας ή κατόπιν αυτεπάγγελτου συµψηφισµού, καλύπτουν δόση ή δόσεις της χορηγηθείσας ρύθµισης, εφόσον δεν πιστώνονται διαφορετικά. Οµοίως, τα αποδιδόµενα ποσά από πράξεις εκτέλεσης, λαµβάνονται υπόψη για την κάλυψη δόσης ή δόσεων της χορηγηθείσας ρύθµισης, εφόσον εισπράττονται κατά τη διάρκεια αυτής και δεν πιστώνονται σε άλλες οφειλές που δεν έχουν ρυθµιστεί ή πιστώνονται διαφορετικά κατά τις κείµενες διατάξεις.

17. Η παραγραφή των οφειλών, για τις οποίες υποβάλλεται αίτηση υπαγωγής στη ρύθµιση αναστέλλεται από την ηµεροµηνία υποβολής της αίτησης και για ολόκληρο το χρονικό διάστηµα που αφορά η ρύθµιση ανεξαρτήτως καταβολής οποιουδήποτε ποσού και δεν συµπληρώνεται πριν παρέλθει ένα (1) έτος από τη λήξη του έτους της τελευταίας δόσης αυτής.

18. Αρµόδιος για την απόφαση υπαγωγής στη ρύθµιση του παρόντος άρθρου είναι ο Γενικός Γραµµατέας Δηµοσίων Εσόδων, ο οποίος δύναται µε απόφασή του να µεταβιβάζει την αρµοδιότητα αυτή σε άλλα όργανα της Φορολογικής Διοίκησης.

19. Με απόφαση του Γενικού Γραµµατέα Δηµοσίων Εσόδων καθορίζονται:
α) η διαδικασία υπαγωγής στις ανωτέρω διατάξεις και µέσω της διαδικτυακής εφαρµογής της Γενικής Γραµµατείας Δηµοσίων Εσόδων, β) η ηµεροµηνία και ο τρόπος καταβολής των δόσεων και γ) κάθε άλλη λεπτοµέρεια για την εφαρµογή των διατάξεων του παρόντος άρθρου.