ΠΑΡΑΓΡΑΦΗ ΠΟΙΝΩΝ ΔΙΑΡΚΕΙΑΣ ΜΕΧΡΙ ΕΞΙ ΜΗΝΩΝ ΚΑΙ ΜΕΤΑΤΡΟΠΗ ΠΟΙΝΩΝ ΦΥΛΑΚΙΣΗΣ ΓΙΑ ΠΛΗΜΜΕΛΗΜΑΤΑ ΑΝΕΞΑΡΤΗΤΑ ΑΠΟ ΤΟ ΥΨΟΣ ΤΗΣ ΠΟΙΝΗΣ

Στον νέο νόμο 4043/2012 που δημοσιεύθηκε τη Δευτέρα 13η Φεβρουαρίου στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως, συμπεριλήφθηκαν διατάξεις που προβλέπουν τόσο την παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών διάρκειας μέχρι 6 μηνών, οι οποίες δεν έχουν εκτιθεί και επιβλήθηκαν με απόφαση η οποία δεν έχει καταστεί αμετάκλητη όσο και την η μετατροπή της ποινής φυλάκισης που επιβλήθηκε για διάπραξη πλημμελήματος σε χρηματική ύστερα από αίτηση του αμετάκλητα καταδικασθέντος. Ειδικότερα τα άρθρα 2 και  3 του ν. 4043/2012 ορίζουν τα εξής :

Άρθρο 2

Παραγραφή και μη εκτέλεση ποινών υπό όρο

1. Ποινές διάρκειας μέχρι έξι μηνών που έχουν επιβληθεί με αποφάσεις, οι οποίες έχουν εκδοθεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, εφόσον οι αποφάσεις δεν έχουν καταστεί αμετάκλητες και οι ποινές αυτές δεν έχουν εκτιθεί με οποιονδήποτε τρόπο μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου, παραγράφονται και δεν εκτελούνται, υπό τον όρο ότι ο καταδικασθείς δεν θα τελέσει μέσα σε δύο έτη από τη δημοσίευση του νόμου αυτού νέα από δόλο αξιόποινη πράξη, για την οποία θα καταδικαστεί αμετάκλητα οποτεδήποτε σε ποινή στερητική της ελευθερίας ανώτερη των έξι μηνών. Σε περίπτωση νέας καταδίκης ο καταδικασθείς εκτίει αθροιστικά, μετά την έκτιση της νέας ποινής και τη μη εκτιθείσα, και δεν υπολογίζεται στο χρόνο παραγραφής της μη εκτιθείσας ποινής, ο διανυθείς χρόνος από τη δημοσίευση του νόμου αυτού μέχρι την αμετάκλητη καταδίκη για τη νέα πράξη.

2. Οι μη εκτελεσθείσες κατά την παράγραφο 1 αποφάσεις τίθενται στο αρχείο με πράξη του αρμόδιου εισαγγελέα ή δημόσιου κατηγόρου.

3. Εξαιρούνται των άνω ρυθμίσεων αποφάσεις που αφορούν παραβάσεις των άρθρων 235, 236, 237, 242. 256, 258, 259 και 390 του Ποινικού Κώδικα. Άρθρο 3 Μετατροπή ποινών φυλάκισης σε χρηματική

1. Ποινές φυλάκισης που δεν έχουν εκτελεσθεί ούτε μετατραπεί μέχρι τη δημοσίευση του παρόντος νόμου και έχουν επιβληθεί για πλημμελήματα, με αποφάσεις οι οποίες κατέστησαν αμετάκλητες πριν από τη δημοσίευση του νόμου, μετατρέπονται σε χρηματικές, ύστερα από αίτηση του καταδικασθέντος που υποβάλλεται αυτοπροσώπως ή με πληρεξούσιο στον αρμόδιο για την εκτέλεση των ποινών εισαγγελέα, μέσα σε αποκλειστική προθεσμία έξι μηνών από τη δημοσίευση του νόμου αυτού. Η μετατροπή αποκλείεται, αν η ποινή φυλάκισης έχει περιληφθεί ή μπορεί να περιληφθεί σε συνολική ποινή κάθειρξης που εξακολουθεί να ισχύει.

2. Για τη μετατροπή της ποινής αποφασίζει αμετάκλητα το δικαστήριο που εξέδωσε την καταδικαστική απόφαση, ύστερα από κλήτευση του αιτούντος. Ο αιτών μπορεί να παραιτηθεί από την κλήτευση, καθώς και να εκπροσωπηθεί από συνήγορο, εφόσον προβεί σε σχετική δήλωση στην αίτηση του ή σε μεταγενέστερο έγγραφο προς τον εισαγγελέα ή το δικαστήριο. Κατά τη μετατροπή των ποινών του παρόντος άρθρου εφαρμόζονται οι διατάξεις των παραγράφων 4 έως 8 του άρθρου 82 του Ποινικού Κώδικα.

3. Μετά την υποβολή της αίτησης της παραγράφου 1. δεν επιτρέπεται η άσκηση από τον καταδικασθέντα οποιουδήποτε τακτικού ή έκτακτου ένδικου μέσου κατά της απόφασης που επέβαλε την κατά τα άνω ποινή ή η άσκηση αίτησης ακύρωσης της διαδικασίας ή της απόφασης. Αν ασκηθεί τέτοιο ένδικο μέσο ή βοήθημα, κηρύσσεται τούτο απαράδεκτο σύμφωνα με το άρθρο 476 παρ. 1 του Κώδικα Ποινικής Δικονομίας.