ΟΙ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΑ ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΑ ΜΕ ΤΟ ΜΝΗΜΟΝΙΟ ΙΙΙ

ΠΑΡΑΓΡΑΦΟΣ B. ΣΥΝΤΑΞΙΟΔΟΤΙΚΕΣ ΔΙΑΤΑΞΕΙΣ ΤΟΥ ΔΗΜΟΣΙΟΥ

Με  τις προτεινόμενες διατάξεις και προκειμένου να περισταλεί η δημοσιονομική δαπάνη των καταβαλλόμενων από το Δημόσιο συντάξεων καταργείται η συνταξιοδότηση από το Δημόσιο των βουλευτών και των αιρετών οργάνων των Ο.Τ.Α. α’ βαθμού που θα εκλεγούν μετά την ισχύ του νόμου αυτού, και μειώνονται οι καταβαλλόμενες στα πρόσωπα αυτά συντάξεις ή χορηγίες, αυξάνονται κατά δύο (2) έτη τα κατά περίπτωση οριζόμενα όρια ηλικίας συνταξιοδότησης και θεσπίζεται ανώτατο όριο στη σύνταξη που καταβάλλεται στις άγαμες θυγατέρες θανόντων συνταξιούχων του Δημοσίου.Ειδικότερα, οι ρυθμίσεις της παραγράφου αυτής είναι οι ακόλουθες:

1. Με τις διατάξεις της υπόπαραγράφου 1 : Καταργείται η βουλευτική σύνταξη και η χορηγία για όσους αποκτήσουν για πρώτη φορά την ιδιότητα του Βουλευτή ή του αιρετού οργάνου των ο.τ.α. α΄ βαθμού, αντίστοιχα, από την επομένη της έναρξης ισχύος του νόμου αυτού (περ. α’). Σύμφωνα με την ισχύουσα συνταξιοδοτική νομοθεσία για τα πρόσωπα που λαμβάνουν σύνταξη από το Δημόσιο ή τον ευρύτερο Δημόσιο τομέα και παράλληλα κατέχουν θέση του ευρύτερου Δημόσιου τομέα, λαμβάνοντας συγχρόνως αποδοχές και σύνταξη :

i. Η καταβαλλόμενη σύνταξη περιορίζεται κατά 70% και

ii. Ο χρόνος υπηρεσίας τους στις θέσεις που κατέχουν δεν λογίζεται συντάξιμος από το Δημόσιο, εκτός εάν ζητήσουν την αναστολή καταβολής της σύνταξής τους.

Οι ανωτέρω διατάξεις δεν έχουν εφαρμογή για όσους λαμβάνουν σύνταξη αιρετού καθώς και για τους συνταξιούχους του Δημοσίου που καταλαμβάνουν θέση εξωκοινοβουλευτικού Υπουργού, Αναπληρωτή Υπουργού ή Υφυπουργού. Με τις προτεινόμενες διατάξεις της περ.β’ έως και δ’, επεκτείνονται οι προαναφερόμενοι περιορισμοί και στα πρόσωπα αυτά.

Με τις διατάξεις της περ. ε’ ορίζεται ότι οι διατάξεις περί διαδοχικής ασφάλισης δεν έχουν εφαρμογή για τα πρόσωπα που κατέχουν τη βουλευτική ιδιότητα καθώς και τα αιρετά όργανα των ο.τ.α. α’ και β’ βαθμού που συνταξιοδοτούνται από το Δημόσιο με μια από τις ιδιότητες αυτές. Δηλαδή δεν μπορεί να υπολογισθεί χρόνος ασφάλισης σε οποιονδήποτε φορέα είτε για τη θεμελίωση είτε για την προσαύξηση βουλευτικής σύνταξης ή σύνταξης αιρετού α’ και β’ βαθμού.

Με τις διατάξεις της περ. στ’ προβλέπεται ότι οι δήμαρχοι διατηρούν το καθεστώς υγειονομικής περίθαλψης στο οποίο υπάγονταν πριν από την εκλογή τους στις θέσεις αυτές και οι αναλογούσες κρατήσεις υπολογίζονται επί της αντιμισθίας που λαμβάνουν βαρύνοντας τους ίδιους.

Με τις διατάξεις της περ. ζ’ προβλέπεται ότι οι συντάξεις των συνταξιούχων του Δημοσίου που εκλέγονται σε θέσεις αιρετών οργάνων των ο.τ.α. α’ και β’ βαθμού, με εξαίρεση τους δημάρχους και λαμβάνουν αντιμισθία, καταβάλλονται μειωμένες κατά 70%.

Με τις διατάξεις των άρθρων 93 και 182 του ν. 3852/2010 (ΚΑΛΛΙΚΡΑΤΗΣ) προβλέπεται ότι οι ασφαλιστικές εισφορές ασφαλισμένου των αιρετών οργάνων των ΟΤΑ α’και β’ βαθμού, που έχουν παράλληλα την ιδιότητα του δημοσίου υπαλλήλου βαρύνουν τους Δήμους ή τις Περιφέρειες, κατά περίπτωση.

Επειδή τα ανωτέρω συνιστούν άνιση μεταχείριση σε βάρος όλων των ασφαλισμένων του Δημοσίου, με τις προτεινόμενες διατάξεις της περ. η’προβλέπεται ότι οι ανωτέρω εισφορές ασφαλισμένου θα βαρύνουν τους ίδιους τους αιρετούς.

Με τις διατάξεις της περ. θ’ προβλέπεται ότι οι συντάξεις των βουλευτών και των αιρετώνοργάνων των ο.τ.α. α’ και β’ βαθμού σε περίπτωση που λαμβάνουν και δεύτερη σύνταξη από οποιοδήποτε φορέα κοινωνικής ασφάλισης ή το Δημόσιο, μειώνονται κατά 20%. Σε περίπτωση που τα ανωτέρω πρόσωπα λαμβάνουν και τρίτη σύνταξη συμπεριλαμβανομένης και της βουλευτικής ή της χορηγίας, το ανωτέρω ποσοστό διαμορφώνεται στο 30%.

Με τις διατάξεις της περ. ι’ για τους βουλευτές και τα αιρετά όργανα των ο.τ.α. α’ και β’βαθμού που θεμελιώνουν συνταξιοδοτικό δικαίωμα (συμπλήρωση 4 ή 8 ετών κατάπερίπτωση) από 1-1-2013 και μετά, το όριο ηλικίας συνταξιοδότησής τους αυξάνεται από το 65ο έτος στο 67ο.

Με τις διατάξεις της περ. ια’ ορίζεται ότι τα οριζόμενα με τις διατάξεις της παραγράφου αυτής για τις βουλευτικές συντάξεις, έχουν ανάλογη εφαρμογή και για τις συντάξεις των Προέδρων και Αντιπροέδρων της Κυβέρνησης καθώς και για αυτές των Προέδρων της Βουλής.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 2 αυξάνεται από 1-1-2013 το κατά περίπτωση όριο ηλικίας συνταξιοδότησης για όσους θεμελιώνουν δικαίωμα συνταξιοδότησης από την ημερομηνία αυτή και εφεξής, κατά δυο (2) έτη και καταργείται η διάταξη που προβλέπει την άμεση συνταξιοδότηση του υπαλλήλου εφόσον απολυθεί από την Υπηρεσία χωρίς υπαιτιότητά του.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 3 η μηνιαία σύνταξη ή το άθροισμα των συντάξεων, συμπεριλαμβανομένων των επικουρικών καθώς και των μερισμάτων των Μετοχικών Ταμείων, που υπερβαίνει τα 1000€, μειώνεται ως ακολούθως:

για συνολικά καταβαλλόμενο ποσό άνω των 1.000,ευρώ και έως 1.500,00 ευρώ, μειώνεται το σύνολο του ποσού κατά 5% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεται των 1.000,01 ευρώ,

από 1.500,01 ευρώ έως και 2.000,00 ευρώ, μειώνεται τοσύνολο του ποσού κατά 10% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί ναυπολείπεται των 1.425,01 ευρώ,

ενώ από 2.000,01 ευρώ και άνω, μειώνεται το σύνολο τουποσού κατά 15% και σε κάθε περίπτωση το ποσό που εναπομένει δεν μπορεί να υπολείπεταιτων 1.800,01 ευρώ.

Για τον προσδιορισμό του ανωτέρω κατά περίπτωση ποσοστού μείωσης, λαμβάνεται υπόψη το ποσό της σύνταξης ή των συντάξεων όπως αυτό θα έχει διαμορφωθεί την 31-12-2012 μετά την τυχόν παρακράτηση της εισφοράς αλληλεγγύης συνταξιούχων και της επιπλέον εισφοράς της παρ. 14 του άρθρου 2 του ν. 4002/2011 καθώς και των τυχόν μειώσεων που επιβλήθηκαν με τις διατάξεις της παρ. 10 του άρθρου 1 του ν. 4024/2011 καθώς και του άρθρου 1 του ν. 4051/2012.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 4 καταργείται από 1-1-2013 για τους συνταξιούχους του Δημοσίου, γενικά, η χορήγηση δώρων εορτών Χριστουγέννων και Πάσχα καθώς και του Επιδόματος Αδείας.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 5 θεσπίζεται από 1-1-2013 ανώτατο όριο στη σύνταξη που καταβάλλεται στις άγαμες θυγατέρες θανόντων συνταξιούχων του Δημοσίου, το οποίο ανέρχεται στα 720€ μηνιαίως. Η θέσπιση του ορίου αυτού κρίθηκε επιβεβλημένη τόσο για δημοσιονομικούς όσο και για κοινωνικοασφαλιστικούς λόγους. Ταυτόχρονα,προβλέπονται περαιτέρω περιορισμοί στο σχετικό δικαίωμα. Έτσι σε περίπτωση που η δικαιούχος έχει και άλλα εισοδήματα, αναστέλλεται η καταβολή της σύνταξης όταν το ποσό των εισοδημάτων αυτών υπερβαίνει τα 8640€ ετησίως (αναγωγή σε ετήσια βάση του ποσούτων 720€). Εάν τα εισοδήματά της είναι μικρότερα του ανωτέρω ετήσιου ποσού αλλά με συνυπολογισμό και του ποσού της κύριας σύνταξης το υπερβαίνουν, η κύρια σύνταξη των 720€ μειώνεται κατά το υπερβάλλον ποσό. Η αναπροσαρμογή της σύνταξης των ανωτέρω προσώπων, δεν εφαρμόζεται, σε περίπτωση που αυτά είναι ανήλικα ή ανάπηρα κατά ποσοστό 67% και άνω ή σπουδάζουν.

Με τις διατάξεις της υποπαραγράφου 6 ορίζεται ότι το όριο ηλικίας του 60ού έτους ως προϋπόθεση για την καταβολή του Επιδόματος Κοινωνικής Αλληλεγγύης Συνταξιούχων,αυξάνεται από 1-1-2014 στο 64ο έτος τηρουμένων φυσικά ταυτόχρονα των λοιπών προϋποθέσεων καταβολής αυτού.